Κύκλους κατανόησης κάνουμε.
Κάθε κύκλος είναι αποκαλυπτικός ή και καθηλωτικός, ανάλογα με τον τρόπο που τον αντιλαμβανόμαστε και τον αισθανόμαστε.
Υπάρχει μια περίοδος σχεδιασμού και υλοποίησης και μια περίοδος ανταμοιβής ή εμπειρίας της προηγούμενης. Αλλά ενδιάμεσα των δυο, υπάρχει ένα ενδιάμεσο κενό, απόλυτα αναγκαίο, όμως συχνά μη αποδεκτό.
Στη γραμμικότητα που ζούμε, στο διχασμό των αντιθέτων και στην ανάλυση και κατανόησή τους, έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε και να αποδεχόμαστε όλα τα στάδια της δημιουργίας, αντί να προσπαθούμε να τα γεφυρώσουμε, να τα αγνοήσουμε ή να τα ντύσουμε με αντίθετες, όμορφες θεωρίες περί «ενότητας», «του όλου» και «ελεύθερης βούλησης». Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν λειτουργεί ουσιαστικά, αγνοώντας και μη θέλοντας να υπάρχουμε σε οποιοδήποτε από τα αναγκαία στάδια της δημιουργίας.
Αυτό ακριβώς έχουμε έρθει να βιώσουμε: τα στάδια ως ολότητα, τα μέρη ως το όλον, το τμηματικό ως απόλυτο. Τίποτα δεν αναιρεί την ουσία, τίποτα δεν αφαιρεί από την αλήθεια, τίποτα δεν απειλεί τη γνώση, αν συνειδητά υπάρχουμε ως παρατηρητές στα διάφορα στάδια που αποτελούν το είναι μας.
Το ενδιάμεσο κενό που ο κατώτερος νους (το εγώ) φοβάται ως «κενό», κάθε άλλο παρά είναι άδειο, στάσιμο ή το «τίποτα». Αντιθέτως! Αυτό το «κενό», φαίνεται και είναι κενό στο εξωτερικό περίβλημά του: τα πράγματα παρουσιάζονται στάσιμα ή αρνητικά, τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο και υπάρχει σύγχυση ως προς τα βήματα που πρέπει να κάνουμε, τα αισθήματα είναι βαθιά και κατακλυσμιαία ή και ανύπαρκτα αφού πιέζονται και αγνοούνται.
Ο χρόνος μοιάζει ατελείωτα απειλητικός. Όπως το διάστημα ανάμεσα στις οδύνες μιας γέννας, μοιάζει αιώνιος αν και διαρκεί μερικά λεπτά ή δευτερόλεπτα και ο νους κατακλύζεται ταυτόχρονα από το παρελθόν, το μέλλον και το «ανύπαρκτο» παρόν, έτσι και οι φάσεις της ζωής μας που αποτελούν τα ενδιάμεσα κενά επεκτείνονται και μεγαλώνουν καθώς αρνούμαστε τη διαδικασία δημιουργίας που είναι αναγκαία.
Πώς όμως μπορούμε να έχουμε εποπτεία; Πώς να αναγνωρίζουμε τις φάσεις της δημιουργίας, τα στάδια που περνάμε ως προσωπικότητες, τις αναγκαίες εμπειρίες που ο Εαυτός μας επιλέγει για να διευρυνθεί, να ανακαλύψει και να βιώσει;
Ταυτισμένοι και απόλυτα απορροφημένοι στον μικρό, προσωρινό και εν αγνοία εαυτό μας, είναι αδύνατον να ανυψωθούμε πάνω από τις επιφανειακές εμπειρίες μας που αισθανόμαστε ως «το παν», «το τέλος» ή «την αρχή», που είναι όλα ουσιαστικά, συνέχειες.
Το «ενδιάμεσο κενό» μπορεί να είναι ρουφήχτρα, και συχνά, για πολλούς ανθρώπους είναι ακριβώς αυτό. Χάνει τη δημιουργική του υπόσταση και αποτελεί φοβική κατάσταση ύπαρξης από την οποία ζητούν απεγνωσμένα και σπασμωδικά να βγουν. Όπως την κινούμενη άμμο όμως, που σε ρουφάει όλο και πιο βαθιά, όσο μεγαλύτερη προσπάθεια κάνεις για να απεγκλωβιστείς, έτσι σε ρουφάει όλο και περισσότερο το ενδιάμεσο κενό της ζωής σου. Όπως σε πνίγει και σε απειλεί κάθε κατέβασμά σου, στην κάθε σου απόπειρα απελευθέρωσης από την κινούμενη άμμο, χωρίς να μπορείς να κάνεις τίποτα απολύτως για αυτό, έτσι και τα ενδιάμεσα κενά της ζωής σε πνίγουν, σε αποδυναμώνουν, αν εξακολουθείς να αγωνίζεσαι όπως έχεις μάθει και συνηθίσει για να βγεις από αυτά. Η πορεία, αναπόφευκτα είναι μια, και είναι προς τα κάτω…
Όμως έχουμε εκπαιδευτεί να είμαστε «ανεξάρτητοι», να μην εμπιστευόμαστε και να είμαστε «αυτάρκεις»… μόνο επιφανειακά! Γιατί το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εκείνη την ύστατη στιγμή, όταν πλέον δεν έχουμε άλλη επιλογή, όταν τα πάντα κλείνουν γύρω μας και χανόμαστε, όταν απειλείται η ίδια η ύπαρξή μας (η ψυχο-νοητική απειλή είναι κατά πολύ χειρότερη από τη σωματική) είναι να παραδοθούμε απόλυτα και ολοκληρωτικά, απλώνοντας το χέρι μας…
Όσοι έχουμε μάθει και ήδη εμπιστευθεί το Ανώτερο Χέρι του Εαυτού μας, γνωρίζουμε και αφηνόμαστε ταπεινά. Η αίσθηση και το βίωμα είναι μοναδικά και απερίγραπτα. Είναι όμως αποκαλυπτικά λίγοι αυτοί που μπορούν να αισθανθούν και να περιγράψουν μια τέτοια ανώτερη εμπειρία – μεταμόρφωση. Και πόσο εγωιστικά έχουμε εκπαιδευτεί ώστε, είτε να εμπιστευόμαστε οποιονδήποτε «τυχαίνει να περνάει», που μέσα στον δικό του πανικό, θα μας σπρώξει μια ώρα γρηγορότερα προς την άβυσσο είτε να μην τολμούμε να εμπιστευθούμε κανέναν, οδηγώντας μόνοι μας τον εαυτό μας στο σκοτάδι και στον ψυχολογικό θάνατο.
Μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή, που θα τολμήσουμε να παραδεχτούμε το μαγικό «δεν ξέρω», μέχρι να τολμήσουμε να υπακούσουμε τη διαίσθησή μας που μας παρουσιάζει τον κατάλληλο άνθρωπο να εμπιστευθούμε κι ας φοβόμαστε να το κάνουμε, θα συνεχίσουμε να βιώνουμε ρουφήχτρες, εκτεταμένες περιόδους ενδιάμεσου «κενού», ενώ όλο και περισσότερο θα χάνουμε βίαια την προσωπικότητά μας, αυτό που αποκαλούμε «εγώ είμαι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου