4 Ιουλίου 2014

Εξαρτάται πώς και γιατί διαβάζεις…


Δεν διαβάζουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο λόγο.

Οι περισσότεροι διαβάζουν όπως εκπαιδεύτηκαν να διαβάζουν από τα παιδικά τους χρόνια του σχολείου. Αποθηκεύουν πληροφορίες εύκολα στο νου τους και μπορούν, με ζηλευτή (όντως) ευκολία να ανακαλέσουν ονόματα, ημερομηνίες, ακόμα και λεπτομέρειες αυτών που διάβασαν. Μέχρι εκεί!

Είναι αυτοί, που συνήθως ονομάζουμε «καλλιεργημένους ανθρώπους», που έχουν ένα ευρύ φάσμα γνώσης. Συνεχίζουν να μελετούν, ακόμα και μετά το σχολείο και θεωρούν ότι η πληροφόρηση είναι η καλύτερη ασχολία και αναγκαία δραστηριότητα στη ζωή τους. Ρουφάνε αμέτρητα βιβλία και άρθρα, όπως εσύ και εγώ το φραπέ με καλαμάκι.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο είδος ανθρώπων, λιγότερο γνωστό αλλά και λιγότερο διαδεδομένο.

Αυτοί διαβάζουν αργά (όχι λιγότερα ίσως), και ανακαλούν διαφορετικά. Δεν θυμούνται συνήθως πού το διάβασαν, ποιος το είπε, ούτε ιδιαίτερες λεπτομέρειες. Όμως είναι ικανοί να βλέπουν άμεσα συνδέσεις, να συσχετίζουν σχεδόν αυτόματα και να ζουν πραγματικά, στη φαντασία τους, αυτό που για εκείνους έχει νόημα, ανάμεσα στην πληθώρα των λέξεων-συμβόλων. Συνήθως δεν θυμούνται από πού ξεκίνησαν, τι έκαναν προηγουμένως, αλλά καταλήγουν πάντα εκεί ακριβώς που θέλουν, χρησμοποιώντας στο έπακρον αυτό που πήραν. Χαραχτηριστικό τους είναι ότι έχουν πάντα πολύ περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις.

Όταν ψάχνουν και διαβάζουν ένα θέμα, μέσα στο νου τους συμβαίνουν ταυτόχρονα πολυεπίπεδες, διάφορες λειτουργίες, που συχνά είναι πρόκληση να τις παρακολουθούν, ακόμα και οι ίδιοι. Ποτέ το διάβασμα δεν είναι απλή, επιφανειακή υπόθεση αποστήθισης συμβόλων ή άσχετων πληροφοριών. Έτσι συχνά μπερδεύουν γράμματα και λέξεις και χρειάζεται να επιστρέφουν για να βγάλουν νόημα. Αν όμως, κάτι δεν έχει βιωματικές, ποικίλες διασυνδέσεις (σε διάφορους τομείς) στης ζωής τους και μέσα τους, συνήθως βαριούνται εύκολα και το εγκαταλείπουν γρήγορα.

Η βασική τους, υποσυνείδητη ερώτηση, όταν αρχίζουν να διαβάζουν είναι «τι θα το κάνω αυτό; πού θα το βάλω/χρησιμοποιήσω, πώς μπορώ να το προχωρήσω παρακάτω;» Αν δεν υπάρχει άμεση, καθαρή απάντηση, θα το εγκαταλείψουν, θα δυσκολευτούν ή θα κολλήσουν.

Θα κερδίζαμε όμως πολύ περισσότερα αν, ως κοινωνία, ενδιαφερόμασταν περισσότερο για το συμβαίνει μέσα στο νου αυτών των ανθρώπων όταν διαβάζουν πραγματικά, παρά να θέλουμε να τους κατηγοριοποιήσουμε, να τους διορθώσουμε ή να τους δώσουμε μια ταμπέλα από τις πολλές που έχουμε εφεύρει.

Καθώς έγραφα αυτό το κείμενο, διαδραματιζόταν (γιατί περί δράματος πρόκειται), σε μια δημόσια συζήτηση, μια τέλεια ακατανοησία μεταξύ ανθρώπων που γράφουν, απαντάνε και σκέφτονται γραμμικά, επιφανειακά και περιοριστικά. Αυτού του είδους οι επικοινωνίες, γρήγορα φτάνουν σε αδιέξοδα, σε αντιπαραθέσεις και σε κλειστές πραγματικότητες. Απλά γιατί δεν μάθαμε να χρησιμοποιούμε δημιουργικά, το ανεξάνλητο δυναμικό που ονομάζουμε «νους»!

Το εκπληκτικό – για μένα – είναι ότι ΟΛΟΙ έχουμε εκπαιδευτεί να διαβάζουμε επιφανειακά, ν’ αποστηθίζουμε, να ανακαλούμε μηχανικά. Λιγότεροι έχουμε εξασκηθεί να διαβάζουμε βιωματικά, να συνδέουμε συνειδητά και να εξασκούμαστε στη δημιουργική σκέψη που είναι προϊόν αυτής της διαφορετικής λειτουργίας. Και χρειάζεται να γίνουμε περισσότεροι…

Γιατί, αναπτύσσοντας το θέμα του «πώς σκεφτόμαστε» (πράγμα αδύνατον σε ένα μόνο άρθρο), διαπιστώνουμε ότι είναι ένας τελείως άλλος τρόπος σκέψης, όχι μόνο διαβάσματος, στον οποίο έχουμε ΟΛΟΙ πρόσβαση, που μας προσφέρει πολλά!

Χριστιάνα Σοφία


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου